06/11/2025

Re-skilling και Up-skilling – Tι είναι και ποια η σημασία τους στη σημερινή αγορά εργασίας

του Μ. Μάρκου
Αρθρογραφία

Στον σύγχρονο κόσμο, όπου η τεχνολογία εξελίσσεται με καταιγιστικούς ρυθμούς και η αγορά εργασίας μεταβάλλεται συνεχώς, δύο έννοιες έχουν αποκτήσει κομβική σημασία, το «reskilling» και το «upskilling». Οι όροι αυτοί μπορούν να αποδοθούν στα ελληνικά ως «επανεκπαίδευση» και «αναβάθμιση δεξιοτήτων», αντίστοιχα. Πρόκειται για στρατηγικές ανάπτυξης δεξιοτήτων που απαντούν στις προκλήσεις της εποχής, βοηθώντας εργαζόμενους και επιχειρήσεις να παραμείνουν ανταγωνιστικοί και προσαρμοστικοί. Αν και συχνά συγχέονται, οι δύο όροι έχουν διαφορετικό περιεχόμενο και στόχευση.

Το «upskilling» αναφέρεται στη διαδικασία κατά την οποία ένα άτομο βελτιώνει ή επεκτείνει τις υπάρχουσες δεξιότητές του, με στόχο να ανταποκριθεί καλύτερα στις απαιτήσεις της τρέχουσας θέσης εργασίας του ή να προαχθεί σε ανώτερο επίπεδο. Το «upskilling» είναι ουσιαστικά μια επένδυση στην εμβάθυνση και ενίσχυση δεξιοτήτων. Δεν αλλάζει δραστικά το επαγγελματικό προφίλ, αλλά το ενδυναμώνει, προσφέροντας περισσότερη εξειδίκευση, αποδοτικότητα και ευελιξία. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το «upskilling» είναι αυτό που βοηθά έναν εργαζόμενο να αναπτυχθεί μέσα στον ίδιο κλάδο και να προσαρμοστεί στις τεχνολογικές ή οργανωτικές αλλαγές.

Αντίθετα, το «reskilling» αφορά την εκμάθηση εντελώς νέων δεξιοτήτων, που συχνά δεν έχουν άμεση σχέση με τις τρέχουσες ικανότητες του ατόμου, ώστε να μπορεί να αλλάξει καριέρα ή να μετακινηθεί σε έναν διαφορετικό ρόλο. Το «reskilling» συχνά προκύπτει ως ανάγκη σε περιβάλλοντα όπου ο αυτοματισμός και η τεχνητή νοημοσύνη αντικαθιστούν παραδοσιακές θέσεις εργασίας. Έτσι, η εκμάθηση νέων δεξιοτήτων λειτουργεί ως «γέφυρα» που επιτρέπει στους εργαζόμενους να περάσουν από έναν κλάδο που φθίνει σε έναν τομέα με αναπτυξιακή δυναμική. Πρόκειται για μια διαδικασία πιο απαιτητική, καθώς σημαίνει μετασχηματισμό επαγγελματικής ταυτότητας.

Η σημασία αυτών των δύο διαδικασιών είναι τεράστια. Σε ατομικό επίπεδο, ο εργαζόμενος που επενδύει στη μάθηση και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων του αποκτά μεγαλύτερη επαγγελματική ασφάλεια. Το «upskilling» τού προσφέρει τη δυνατότητα να παραμείνει ανταγωνιστικός, να βελτιώσει την αποδοτικότητά του και να ανέβει ιεραρχικά, ενώ το «reskilling» τού ανοίγει νέες καριέρες και τον προστατεύει από τον κίνδυνο ανεργίας όταν η δουλειά του απειλείται από την αυτοματοποίηση ή τις αλλαγές στην αγορά.

Σε επίπεδο επιχειρήσεων, η αξία είναι εξίσου μεγάλη. Οι οργανισμοί που επενδύουν στην εκπαίδευση του προσωπικού τους κερδίζουν σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Διαθέτουν εργαζόμενους ευέλικτους και συνεχώς εξελισσόμενους, οι οποίοι μπορούν να προσαρμόζονται στις αλλαγές της αγοράς, να καινοτομούν και να συμβάλλουν ενεργά στη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη της εταιρείας. Μια επιχείρηση που καλλιεργεί κουλτούρα δια βίου μάθησης είναι πιο ανθεκτική στις κρίσεις, καθώς έχει τη δυνατότητα να αξιοποιεί το ανθρώπινο δυναμικό της με τρόπους που ανταποκρίνονται στις εκάστοτε συνθήκες.

Η τεχνολογική πρόοδος αποτελεί έναν από τους βασικότερους λόγους που καθιστούν το «reskilling» και το «upskilling» αναγκαία. Η αυτοματοποίηση και η τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ) αλλάζουν ριζικά τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουμε. Πολλά επαγγέλματα τείνουν να εξαφανιστούν ή να μειώσουν τη σημασία τους, ενώ ταυτόχρονα δημιουργούνται νέοι κλάδοι που απαιτούν διαφορετικές ικανότητες. Χωρίς την ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων, οι εργαζόμενοι κινδυνεύουν να μείνουν πίσω, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο κίνδυνος ανεργίας και κοινωνικού αποκλεισμού. Αντίθετα, με την κατάλληλη εκπαίδευση, οι ίδιοι άνθρωποι μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες των επαγγελμάτων του μέλλοντος.

Σημαντική είναι επίσης η κοινωνική διάσταση του ζητήματος. Σε μια κοινωνία όπου οι αλλαγές στην αγορά εργασίας είναι συνεχείς, η δυνατότητα προσαρμογής μέσω νέων δεξιοτήτων μειώνει τις κοινωνικές ανισότητες. Δίνει την ευκαιρία σε άτομα όλων των ηλικιών να παραμείνουν ενεργά στον επαγγελματικό στίβο και να αποφύγουν τον αποκλεισμό. Επιπλέον, ενισχύει την κοινωνική συνοχή, καθώς οι άνθρωποι που εκπαιδεύονται και παραμένουν παραγωγικοί συμβάλλουν στη γενικότερη ανάπτυξη και ευημερία.

Τόσο το «reskilling» όσο και το «upskilling» εντάσσονται στη φιλοσοφία της διά βίου μάθησης. Σε έναν κόσμο όπου δεν υπάρχει πια «μόνιμη καριέρα» με σταθερά καθήκοντα, η ικανότητα να μαθαίνουμε συνεχώς γίνεται το πιο κρίσιμο εφόδιο. Η γνώση δεν είναι πλέον κάτι που αποκτάται μόνο στα πρώτα χρόνια ζωής, αλλά μια συνεχής διαδικασία που ακολουθεί τον εργαζόμενο σε όλη του την επαγγελματική πορεία. Το κράτος και οι θεσμοί μπορούν να διαδραματίσουν βασικό ρόλο στην προώθηση του «reskilling» και του «upskilling», καθώς διαθέτουν τα μέσα και τις πολιτικές για να εξασφαλίσουν ισότιμη πρόσβαση όλων των πολιτών στη συνεχή εκπαίδευση. Μέσα από εθνικά προγράμματα κατάρτισης, συνεργασίες με πανεπιστήμια, ιδρύματα και ιδιωτικούς φορείς, μπορούν να δημιουργήσουν ευκαιρίες για επανεκπαίδευση σε τομείς υψηλής ζήτησης, αλλά και να επιδοτήσουν την αναβάθμιση δεξιοτήτων σε υπάρχοντες κλάδους. Η ενίσχυση της δια βίου μάθησης μέσω επιδοτούμενων προγραμμάτων/μαθημάτων, ψηφιακών πλατφορμών εκπαίδευσης και επαγγελματικών σεμιναρίων δίνει τη δυνατότητα σε εργαζόμενους κάθε ηλικίας να ανταποκριθούν στις αλλαγές της αγοράς, μειώνοντας τον κίνδυνο ανεργίας και επαγγελματικού αποκλεισμού. Ταυτόχρονα, οι θεσμοί οφείλουν να ενσωματώνουν στρατηγικά το «reskilling» και το «upskilling» στις πολιτικές απασχόλησης και ανάπτυξης, ώστε να ενισχύεται η ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας. Με στοχευμένα κίνητρα προς τις επιχειρήσεις που επενδύουν στην εκπαίδευση του προσωπικού τους, με την προσαρμογή των εκπαιδευτικών προγραμμάτων στις ανάγκες της αγοράς και με τη δημιουργία ευέλικτων μορφών μάθησης, που συνδυάζουν εργασία και κατάρτιση, το κράτος μπορεί να διασφαλίσει ότι το ανθρώπινο δυναμικό δεν θα μένει πίσω. Έτσι, η κοινωνία συνολικά αποκτά ανθεκτικότητα απέναντι στις προκλήσεις της τεχνολογικής προόδου και της παγκοσμιοποίησης, ενώ ταυτόχρονα καλλιεργείται μια κουλτούρα συνεχούς μάθησης που ωφελεί τόσο τους εργαζόμενους όσο και τις επιχειρήσεις.

Επιπλέον, η νοοτροπία των εργαζομένων και των επιχειρήσεων πρέπει να αλλάξει. Το παλιό μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο μια συγκεκριμένη εκπαίδευση αρκούσε για μια ολόκληρη επαγγελματική πορεία, δεν ισχύει πλέον. Σήμερα, η καριέρα μοιάζει περισσότερο με μια συνεχόμενη διαδικασία μάθησης και προσαρμογής. Αυτό σημαίνει ότι η διάθεση για απόκτηση νέων γνώσεων, η ευελιξία και η ανοιχτή σκέψη είναι εξίσου σημαντικά με τις ίδιες τις τεχνικές δεξιότητες. Οι τάσεις δείχνουν ότι τα επόμενα χρόνια οι δύο αυτές διαδικασίες θα γίνουν ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Μελέτες διεθνών οργανισμών προβλέπουν ότι μέχρι το 2030 εκατομμύρια θέσεις εργασίας θα μετασχηματιστούν, ενώ νέοι τομείς –όπως η πράσινη οικονομία, η τεχνητή νοημοσύνη και η κυβερνοασφάλεια– θα δημιουργήσουν τεράστια ζήτηση για νέες δεξιότητες. Επομένως, οι εργαζόμενοι που επενδύουν έγκαιρα σε «upskilling» και «reskilling» θα έχουν περισσότερες πιθανότητες να ευδοκιμήσουν σε αυτό το νέο τοπίο.

Συνοψίζοντας, το «reskilling» και το «upskilling» δεν είναι απλώς τάσεις της εποχής, αλλά αναγκαιότητες που καθορίζουν το μέλλον της εργασίας. Ενδυναμώνουν τον εργαζόμενο, θωρακίζουν τις επιχειρήσεις και ενισχύουν την κοινωνική συνοχή. Σε έναν κόσμο που αλλάζει πιο γρήγορα από ποτέ, η ικανότητα κάποιου εργαζομένου/στελέχους να μαθαίνει και να ξαναμαθαίνει γίνεται το πιο ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του. Είτε πρόκειται για τη βελτίωση των δεξιοτήτων του είτε για την εκμάθηση νέων, το ταξίδι της μάθησης δεν σταματά ποτέ. Και αυτό είναι το κλειδί για το μέλλον της εργασίας.

ΜΒΑ, Διευθυντικό Στέλεχος - Σύμβουλος Επιχειρήσεων & Καθηγητής Διοίκησης Επιχειρήσεων/Marketing

Διαβάστε επίσης

Καριέρα, τεχνολογία, συνέδρια και νέα σεμινάρια και επιμορφωτικά προγράμματα. Ενημερωθείτε για θέματα εκπαίδευσης και εργασίας